Ολομόναχο στέκεται μέσα
στην τεράστια καταπράσινη απλάδα
Οι ρίζες του βαθειά χωμένες στη γη
Στη γη που τον γέννησε και τον έθρεψε
Η ψυχή του κοιτάζει τους αιθέρες
Τους αιθέρες όπου στριμώχνονται
οι στρατιές των συννέφων
που τον θωρούν από ψηλά
και ετοιμάζουν με περισσή φροντίδα
τις βροντές και τις αστραπές
που θα το ταρακουνήσουν συθέμελα.
Θα το εκτιμούσα πολύ αν αυτές τις φωτό τις έβαζες την επόμενη φορά και στις Διαδρομές. Παθαίνω «κάτι» με τα δέντρα που είναι μόνα τους σε πράσινο ή μπλε φόντο. Με την καλη έννοια!
Aπλώνω σαν κλαδιά, σα φύλλα,
εντυπώσεις γύρω στο κορμί μου, αναμνήσεις
θρουν, κρούονται, κινούνται
ήσυχα ή σφοδρά.
Mοιάζουν ίδια τα κλαδιά,
όμως ο άνεμος της ζωής
με παιχνίδια και με φώτα,
δείχνει τη διαφορά τους.
Mοιάζουν κι όλες οι μέρες
που περνούν απάνω μου.
Mε τριγυρίζ’ η μέρα,
η νύχτα μ’ αγκαλιάζει.
Λυγούνε τα κλαδιά, τα φύλλα,
οι αναμνήσεις, οι εντυπώσεις μου συγκρούονται
φωλιάζουν μυστικά πουλιά,
φωνές κρυφές, στα πιο πυκνά,
πυκνόφυλλα κλαδιά της φαντασίας.
Σα φτάσει η καταιγίδα
ο στολισμός μου δέρνεται.
Όρθιο το κορμί στυλώνεται,
μένει ακίνητη ψυχή κι αυξαίνει,
σα ν’ αδιαφορεί για την περιβολή μου…
που παρέρχεται και θα ξανάρθει,
μαραίνεται και πέφτει,
για να φουντώσει πάλι η ζωή μου.
Ολομόναχο στέκεται μέσα
στην τεράστια καταπράσινη απλάδα
Οι ρίζες του βαθειά χωμένες στη γη
Στη γη που τον γέννησε και τον έθρεψε
Η ψυχή του κοιτάζει τους αιθέρες
Τους αιθέρες όπου στριμώχνονται
οι στρατιές των συννέφων
που τον θωρούν από ψηλά
και ετοιμάζουν με περισσή φροντίδα
τις βροντές και τις αστραπές
που θα το ταρακουνήσουν συθέμελα.
Θα το εκτιμούσα πολύ αν αυτές τις φωτό τις έβαζες την επόμενη φορά και στις Διαδρομές. Παθαίνω «κάτι» με τα δέντρα που είναι μόνα τους σε πράσινο ή μπλε φόντο. Με την καλη έννοια!
Aπλώνω σαν κλαδιά, σα φύλλα,
εντυπώσεις γύρω στο κορμί μου, αναμνήσεις
θρουν, κρούονται, κινούνται
ήσυχα ή σφοδρά.
Mοιάζουν ίδια τα κλαδιά,
όμως ο άνεμος της ζωής
με παιχνίδια και με φώτα,
δείχνει τη διαφορά τους.
Mοιάζουν κι όλες οι μέρες
που περνούν απάνω μου.
Mε τριγυρίζ’ η μέρα,
η νύχτα μ’ αγκαλιάζει.
Λυγούνε τα κλαδιά, τα φύλλα,
οι αναμνήσεις, οι εντυπώσεις μου συγκρούονται
φωλιάζουν μυστικά πουλιά,
φωνές κρυφές, στα πιο πυκνά,
πυκνόφυλλα κλαδιά της φαντασίας.
Σα φτάσει η καταιγίδα
ο στολισμός μου δέρνεται.
Όρθιο το κορμί στυλώνεται,
μένει ακίνητη ψυχή κι αυξαίνει,
σα ν’ αδιαφορεί για την περιβολή μου…
που παρέρχεται και θα ξανάρθει,
μαραίνεται και πέφτει,
για να φουντώσει πάλι η ζωή μου.
@,nosy,είσαι σίγουρη;;;
@feggaroskoni,υποκλείνομαι και σ’ευχαριστώ
Ναι καλέ, γιατί; Λες να μετανιώσω μέχρι την Τρίτη;